Sublime Indifference XIX, 2009, archival digital print, 40 x 30.
Installation view: Mouzakis-Butterfly Textile Factory, Iterations II, 2023, 16 photographs on clear film, 8.5 x 21’.
What I Love/Susan, 2019, archival digital print, 19 x 13.
Susannah, 1992, gelatin silver print, 48.5 x 40.
Mother’s Closet VIII, 1990, gelatin silver print, 28X18.
WB12, 2006, archival digital print, 13 x 9.
WB10, 2006, archival digital print, 9 x 13.
WB8, 2006, archival digital print, 9 x 13.
Reverie II, 2021, archival digital prints, 36.5 x 42.5.
Bison, 2018, acrylic on canvas, 51 x 71.
SUSAN DABOLL
Κείμενο: Αυγή Καλογιάννη | Φωτογραφίες: Βαγγέλης Φραγκάκης
Κατά κάποιο τρόπο μου αρέσει να απομυθοποιώ τα πράγματα
Ήξερα τη Susan Daboll πριν γνωριστούμε κανονικά. Το πρόσωπό της και το όνομά της μού ήταν οικεία, είχα προσέξει την ψηλή, νεανική της φιγούρα στη Holland Tunnel Gallery – την παλιά οικία Αζάρη – και είχα δει φωτογραφίες της στον ίδιο χώρο. Η συνέντευξη με τη Susan Daboll μού άνοιξε ένα παράθυρο σε δύο κόσμους: τον κόσμο της φωτογράφου και τον κόσμο της συζύγου του Τάκη Δημητρακόπουλου, που έφυγε από τη ζωή το 2020, και της κατοικίας τους, που δεν είναι άλλη από το εμβληματικό αρχοντικό αυτής της ιστορικής οικογένειας στο κέντρο της Παροικιάς.
Λίγες μέρες αφού είχαμε επισκεφθεί και φωτογραφίσει το αρχοντικό, η Susan μου έστειλε μία πρόσκληση για «Το Φαινόμενο της Πεταλούδας», μία εικαστική έκθεση που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, στο εργοστάσιο «Κλωσταί Πεταλούδας – Μουζάκης» το φθινόπωρο του 2023. Η έκθεση, την οποία επιμελήθηκε ο Κώστας Πράπογλου, περιλάμβανε 41 καλλιτέχνες, ανάμεσα τους η Daboll και η Δήμητρα Σκανδάλη από την Πάρο. Ήταν λοιπόν φυσικό να ξεκινήσει η κουβέντα από εκεί.
«ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΣ»
Ήταν κάτι το απερίγραπτο! Κατ’ αρχάς δεν νομίζω ότι κανείς περίμενε τόσο κόσμο, τη βραδιά των εγκαινίων ήρθαν πάνω από 2000 άτομα! Είχα διάφορες ιδέες αρχικά σε σχέση με την Ιερά Οδό, την Ελευσίνα και τα Μυστήρια. Όταν έφτασα όμως στο εργοστάσιο όλες αυτές ιδέες πέταξαν από το παράθυρο και το μόνο που έμεινε ήταν αυτό που έβλεπα μπροστά μου. Έτσι μπήκα μέσα, φωτογράφισα όσο πιο πολύ μπορούσα, είδα ένα μοτίβο να σχηματίζεται και στόχευσα τη φωτογράφισή μου σε μεμονωμένα στοιχεία. Μετά έτυχε να δω ένα βίντεο κλιπ και μου άρεσε το καλειδοσκοπικό, τριπαριστό, ψυχεδελικό του ύφος και σκέφτηκα ότι αυτή ήταν η κατεύθυνση που ήθελα να πάρω. Κατά τη διάρκεια της έκθεσης επέλεξα να είμαι εκεί σχεδόν κάθε μέρα. Μου φάνηκε σημαντικό να αλληλοεπιδρώ με τον κόσμο και να εξηγώ. Κατά κάποιο τρόπο μου αρέσει να απομυθοποιώ τα πράγματα.
“THE DEATH OF P.C. DIMITRAKOPOULOS”
Μετά τον θάνατο του Τάκη ήμουνα κάπως χαμένη για μερικούς μήνες και ύστερα ξεκίνησα σιγά-σιγά να κάνω κάτι. Σκέφτηκα να πάρω όλες τις φωτογραφίες που δεν ταίριαζαν με τις διάφορες δουλειές που είχα κάνει και να τις συγκεντρώσω σε ένα λεύκωμα. Μια μέρα κοίταξα όλες τις φωτογραφίες που ήταν πάνω στο γραφείο μου και συνειδητοποίησα ότι αφορούσαν τον θάνατο του Τάκη. Μπόρεσα τότε να ξανασχεδιάσω από την αρχή αυτό που σκεφτόμουν και έτσι ολοκλήρωσα την πρώτη δουλειά για τον θάνατό του. Ονομάζεται “The Death of P.C. Dimitrakopoulos” (Ο Θάνατος του Π.Κ. Δημητρακόπουλου). Το 2019 είχα κάνει μια δουλειά που λεγόταν “What I love” (Ό,τι αγαπώ), μια σπουδή για τα πράγματα που οι άνθρωποι δεν μπορούν να αποχωριστούν. Αυτή οδήγησε σε μια άλλη δουλειά που λεγόταν “My husband was an elegant dresser” (Ο σύζυγός μου ντυνόταν κομψά) γιατί δεν μπορούσα να αποχωριστώ τα ρούχα του. Κατέληξα να φωτογραφίσω όλα του τα ρούχα, 145 στο σύνολο. Ήταν ένας τρόπος να τον σκέφτομαι και πρόσθεσα και αναμνήσεις σε μερικά κομμάτια. Όλες αυτές οι δουλειές ήταν ο τρόπος μου να επεξεργαστώ τον θάνατό του.
Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ
Ω, Θεέ μου, μου άρεσε τρομερά να διδάσκω! Το έκανα για 14 χρόνια στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. Με προσέλαβαν μόλις αποφοίτησα. Δίδαξα ασπρόμαυρη φωτογραφία, αναλογική. Αισθανόμουν ότι μπορούσα πραγματικά να βοηθήσω τους φοιτητές να βρουν ποιο θα ήταν το επόμενο βήμα στη ζωή τους. Η πρώτη άσκηση που έδινα ήταν «Μια φωτογραφία της πρώτης σας ανάμνησης». Ήταν κάτι που έκανε τους ανθρώπους να σταθούν και να σκεφτούν.
Η ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΜΟΡΦΗ
Όντας ψηλή ένιωθα τεράστια σε όλη μου τη ζωή και πολύ έξυπνη! Όταν ήμουν πέντε χρονών η δασκάλα μού είπε ότι ήμουν μεγάλη και ανώτερη κάτι που πήρα πολύ στα σοβαρά (ξεκαρδίζεται)! Ενώ έκανα το μεταπτυχιακό μου και συμμετείχα σε ένα εργαστήριο για Ρolaroid, μου τηλεφώνησε η μητέρα μου για να μου πει ότι είχε βρει μία τσάντα με παλιές κούκλες Barbie που νόμιζε ότι ήταν δικές μου. «Εγώ δεν έπαιζα με κούκλες!» είπα. Ήταν θέμα περηφάνειας για μένα, ήμουν ανώτερη! Τις πήρα όμως και τις χρησιμοποίησα για το εργαστήριο και αυτή ήταν η πρώτη μου δουλειά όπου άκουσα την εσωτερική μου φωνή «Δεν έπαιζα με κούκλες γιατί…». Δούλεψα 14 χρόνια με τη γυναικεία μορφή. Ήταν, νομίζω, ένας τρόπος για να νιώσω άνετα στο πετσί μου, να νιώσω άνετα με το σώμα μου και να λύσω θέματα αυτοπεποίθησης. Εξάλλου είμαστε στη δεκαετία του ’80 και το θέμα είναι η αποδόμηση της διαφημιστικής βιομηχανίας, τι μάς επιβάλλεται και πώς το θεωρητικοποιούμε. Όλη αυτή η δουλειά αφορούσε εμένα στην πραγματικότητα. Εν τω μεταξύ φωτογράφιζα και αρχαία ελληνικά αγάλματα και μελετούσα την Ελληνική Μυθολογία. Η επόμενη δουλειά μου είχε το όνομα “Mother’s closet” (Η ντουλάπα της μητέρας) και αποτελούσε τη συνειδητοποίηση ότι ό,τι ήμουν εγώ ήταν σχετικό με τη μητέρα μου. Είχα μυθοποιήσει τη μητέρα μου σε τέτοιο βαθμό που αισθανόμουν ότι δεν θα μπορούσα ποτέ να τη φτάσω. Αποτελούσε για μένα την επιτομή της θηλυκότητας γιατί όταν ετοιμαζόταν να βγει, θα έβαζε άρωμα, θα έφτιαχνε τα μαλλιά, το μακιγιάζ, τα κοσμήματα, τα ψηλά τακούνια, το καλό φουστάνι… και δεν επιτρεπόταν να μπούμε στο δωμάτιό της. Ήταν πραγματικά συναρπαστικό για μένα, μικρό κορίτσι τότε.
ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ ή ΨΗΦΙΑΚΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ;
Σαν φωτογράφος δοκίμασα πολλά και διάφορα είδη φωτογραφίας. Δοκίμασα φωτογράφιση μόδας, νεκρές φύσεις, ρεπορτάζ, εν γένει δοκίμασα κάθε είδους φωτογραφία. Εργάστηκα για το Magnum, στο Τμήμα Φωτογραφικής Έρευνας, αλλά ήξερα ότι δεν ήθελα να κάνω τίποτα τέτοιο, ήθελα να κάνω τα δικά μου πράγματα. Μέχρι το 1995 δούλεψα αποκλειστικά την ασπρόμαυρη φωτογραφία, τη χρονιά εκείνη όμως βίωσα κάτι σαν αποκάλυψη. Πήγα σε ένα σεμινάριο στην περιοχή της Νέας Υόρκης, στο Yaddo, κι εκεί κατάλαβα ότι είχα τελειώσει με την ασπρόμαυρη φωτογραφία και τη γυναικεία μορφή. Παντρεύτηκα τον Τάκη Δημητρακόπουλο το 1998 και για 4 χρόνια συνέχισα να δουλεύω στη Νέα Υόρκη ώσπου κουράστηκα να πηγαινοέρχομαι. Συνειδητοποίησα τότε ότι αφού ζούσα στην Πάρο όπου δεν είχα τον δικό μου σκοτεινό θάλαμο, θα έπρεπε να περάσω στην ψηφιακή φωτογραφία, πράγμα που έκανα με πολλούς δισταγμούς, με σπαραγμό ψυχής θα έλεγα. Έτσι το 2007 αποφάσισα να πάρω όσο φιλμ μου είχε απομείνει και να φωτογραφίσω ένα αγαπημένο τοπίο που έβλεπα από τα παράθυρα του τρένου σε μια διαδρομή από την πόλη της Νέας Υόρκης ως το αεροδρόμιο και παραπέρα. Η δουλειά αυτή ονομάζεται “A Landscape of Longing” (Ένα τοπίο που ποθώ). Έκανα την επεξεργασία του φιλμ κανονικά, μετά ψηφιακά και μετά το τύπωσα. Συνειδητοποίησα τότε ότι δεν είχε νόημα να πηγαίνω από το φιλμ στο ψηφιακό και μετά να τυπώνω ψηφιακά. Έκανα την πρώτη καθαρά ψηφιακή δουλειά στην Πάρο το 2007 και την ονόμασα «A Sense of Place» (Μία αίσθηση τόπου). Το κεντρικό θέμα ήταν τα μοναχικά δέντρα. Κατάλαβα αργότερα ότι πενθούσα ήδη τον θάνατο του Τάκη που πέθανε πολύ αργότερα γιατί, καθώς ήταν πολύ πιο μεγάλος από μένα, υπήρχε πάντα αυτό το προαίσθημα. Ήμουν παντρεμένη μαζί του από το 1998 αλλά μέχρι τότε δεν είχα μπορέσει να συνδεθώ πραγματικά με το τοπίο της Πάρου.
ΕΚΤΥΠΩΣΗ ΚΑΙ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΣΜΟΙ
Πάντα μου άρεσε η εκτύπωση. Ήμουν στο Syracuse University και περνούσα 8 ώρες στον σκοτεινό θάλαμο και αισθανόμουν απόλυτα ευτυχής. Μετά το Magnum δούλεψα σε ένα εργαστήριο όπου συνήθιζαν να τυπώνουν οι φωτογράφοι του Μagnum. Εκεί είναι που έμαθα πραγματικά να τυπώνω. Τελικά έφτιαξα τον δικό μου σκοτεινό θάλαμο στο Μπρούκλιν – δεν εμφάνιζα φιλμ, μόνο τύπωνα. Αγαπώ και την εκτύπωση και τους πειραματισμούς. Δούλεψα με ασπρόμαυρο φιλμ Ρolaroid, χρησιμοποίησα τη Diana, την πλαστική φωτογραφική μηχανή για παιδιά. Μου αρέσει να παίζω με τα μεγέθη, τα χρώματα και τα διάφορα είδη χαρτιού. Είχα τη δική μου Camera Obscura και δούλεψα και με μία κάμερα μεγέθους 6 ποδιών που είχε φτιάξει η Jane Pack για τους φοιτητές της στο Aegean Center for the Fine Arts. Τυπώνω τα πάντα εκτός αν είναι κάτι πολύ μεγάλο. Για μένα η φωτογραφία δεν είναι ολοκληρωμένη μέχρι να τυπωθεί. Για έναν άνθρωπο αυτής της γενιάς ένα έργο τέχνης μπορεί να είναι ψηφιακό, για μένα που ανήκω σε μια εντελώς διαφορετική γενιά μου αρέσει το έργο τέχνης να είναι απτό. Ίσως για αυτό ξεκίνησα να ζωγραφίζω όταν στράφηκα στο ψηφιακό, μου έλειπε αυτή η αίσθηση του απτού.
ΤΟ ΚΟΙΝΟ: ΑΘΗΝΑ – ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ 1- 0
Στη Νέα Υόρκη αν δεν είσαι μεγάλο όνομα, διάσημος καλλιτέχνης η δουλειά σου μπορεί εύκολα να περάσει απαρατήρητη. Κάνεις την έκθεσή σου, έχεις δουλέψει σκληρά και είναι σαν να μην έγινε τίποτα. Όλο το θέμα είναι ποιος αποφοίτησε από το Yale, ποιον ανακαλύψαμε. Στην Ελλάδα αυτό που έχω διαπιστώσει και πραγματικά αγαπώ και εκτιμώ είναι ότι δεν υπάρχει θέμα ηλικίας. Οι ώριμοι καλλιτέχνες χαίρουν εκτίμησης και ο κόσμος πραγματικά ενδιαφέρεται να μάθει τι σκεφτόσουν, τι κάνεις. Είναι εντυπωσιακή η αλληλοεπίδραση με το κοινό στην Ελλάδα ειδικά στην Αθήνα. Στην Πάρο από την άλλη το ενδιαφέρον είναι περιορισμένο στην ξένη κοινότητα και στους ανθρώπους της τέχνης, δεν υπάρχει πολλή συμμετοχή από την τοπική κοινωνία.