Όταν το νησί
γίνεται κάψουλα του χρόνου…
Κείμενο: Δανάη Τal
Λεύκες, Πρόδρομος, Μάρμαρα, Μάρπησσα.
Οι επιτάφιοι με τους αγρούς καρφωμένους πάνω τους ανασταίνουν με την μυρωδιά τους τη μνήμη
Στον Πρόδρομο, το μεσημέρι της Μεγάλης Παρασκευής οι κάτοικοι θυμούνται τους νεκρούς τους προσφέροντας το «μέρασμα» στον επισκέπτη. Ακόμα και τα δύσκολα χρόνια που οι Προδρομίτες έφευγαν από το χωριό για μια καλύτερη ζωή, αυτοί που πήγαν στην Αθήνα, οι «Εν Aθήναις Προδρομίτες» και οι ντόπιοι υποστήριξαν το έθιμο και έτσι εμείς σήμερα γευόμαστε το μέρασμα στη σύγχρονη μορφή του: μια πεντανόστιμη ρεβιθάδα με ψωμάκι, αγγουράκι σαλάτα και ντόπιο κρασί ή σούμα. Τρώμε και ταυτόχρονα συζητάμε για το έθιμο και το χωριό.
Θέλουμε να ευχαριστήσουμε τον κ. Γιώργο Τζανακόπουλο, πρόεδρο και οδηγό του ΚΤΕΛ, που είχε την ευγένεια να μας συστήσει στη συντροφιά του, την κυρία Παυλάκη για την περιποίηση, τον αδερφό της τον κύριο Παυλάκη, που έχει διατελέσει πρόεδρος της Ένωσης των εν Αθήναις Προδρομιτών και μας έδωσε πληροφορίες για τη ζωή στο χωριό, αλλά κυρίως την κυρία Μαρουσώ Σηφάκη, που μας κέρασε ωραίο συκαλάκι με σουσάμι, το κλασσικό «μέρασμα» φτιαγμένο από τα χεράκια της.
Όλοι μας μετέφεραν στο χρόνο με τις ιστορίες τους και μας μίλησαν με ενδιαφέρον. Τους αποχαιρετήσαμε και περιδιαβήκαμε τα σοκάκια του Πρόδρομου. Παρόλο το πένθος υπήρχε μια γλύκα στο χωριό που δεν μας άφηνε να το αποχαιρετήσουμε. Οι φροντισμένες με φαντασία αυλές και τα πλουμιστά περβάζια, τα λογής λογής χρώματα στις πόρτες και ο αστραφτερός ασβέστης, οι φωνές από τα σοκάκια, οι άνθρωποι που ξαφνικά εμφανίζονταν στη διαδρομή, όλα αυτά δημιουργούσαν μια ατμόσφαιρα ανείπωτης χαράς. Της χαράς των ανθρώπων που μοιράζονται τη μνήμη και την κάνουν «μέρασμα», που είτε συκαλάκι είτε ρεβιθάδα, είναι κυρίως βάλσαμο για τη θνητή μας φύση.
Και με αυτό το αίσθημα έφτασα λίγο πριν από τον Επιτάφιο στη Μάρπησσα. Ο κεντρικός δρόμος σπαρμένος με ρίγανη και δεντρολίβανο ανηφόριζε τη μυρωδιά του από τα ρουθούνια στο μυαλό και έτσι ξεκινούσε το ταξιδι της μνήμης. Στην άκρη του δρόμου ξετυλίγονταν τα Πάθη. Μπροστά στα μάτια μου. Ακομα και τα σπίτια γίνονταν μέρος του σκηνικού. Φώτα σβηστά, κεριά αναμμένα στις αυλές και στα μπαλκόνια, σκιές ενός κόσμου που ζωντανεύει για μια νύχτα μόνο από τους κατοίκους του χωριού.
Τα κορίτσια και τα αγόρια –πανέμορφη γενιά– παίρνουν τους ρόλους, φοράνε τα ίδια ρούχα που φορούσαν και οι γονείς τους όταν κι εκείνοι ήταν παιδιά, χρησιμοποιούν παλιά αντικείμενα –όλα από το χωριό– τη φαντασία τους και την αισθητική τους. Είχα την τύχη να δω μέρος της προετοιμασίας και να μιλήσω με την Εμμανουέλα Ανουσάκη που με τα πολλά κατάφερα να αποσπάσω από τα καθήκοντά της. Η Εμμανουέλα συντόνιζε την Παράσταση του Μυστικού Δείπνου. Μου είπε στα πεταχτά δυο λόγια για το θέμα και για το πως περνάει η σκυτάλη της συντονίστριας από μάνα σε κόρη και πάει λέγοντας. Τα αντικείμενα που χρησιμοποιούν είναι εν μέρει απο το «βεστιάριο» της κοινότητας, που έχει δημιουργηθεί για αυτό το σκοπό και εν μέρει απο τα οικογενειακά αντικείμενα της κάθε συντονίστριας και της ευρύτερης οικογένειάς της. Το τραπέζι του Μυστικού Δείπνου ήταν στρωμένο με ένα λιτό αλλά πολύτιμο, κεντημένο ύφασμα. Η προετοιμασία είναι συνδυασμός γέλιων και εντολών. Όλα λειτουργούν ρολόι.
Τα άτομα, που συνθέτουν την κάθε παράσταση, είναι τελείως ακίνητα σαν αγάλματα. Τα παιδιά τα καταφέρνουν περίφημα, όλες οι παραστάσεις έχουν μια εξαιρετικής αισθητικής πλαστικότητα! Και αυτό που με χαροποίησε περισσότερο ήταν ότι το χωριό συνεργαζόταν αρμονικά για την προετοιμασία αυτού του απαιτητικού εγχειρήματος και σε αυτή τη συνεργασία αντίκρυσα όλη την πνευματικότητα αυτής της προσπάθειας.
Οι παραστάσεις με οδήγησαν τελικά στην εκκλησία της Μάρπησσας. Όταν ο Επιτάφιος μπήκε ξανά μέσα στην εκκλησία, το πλήθος διαλύθηκε και κατέβηκα στη δημοσιά μέσα από το χωριό κάνοντας μια στάση στο παραδοσιακό ξενοδοχείο «Αφεντάκη». Πριν από λίγη ώρα στο μπαλκόνι του ο Πόντιος Πιλάτος ένιπτε τας χείρας του ενώ δύο στρατιώτες κρατούσαν το Χριστό και τον Βαραββά. Η βροχή πήρε να δυναμώνει, δυνατές σταγόνες γέμισαν την αναπνοή μου με ρίγανη και μια καινούρια μνήμη σφηνώθηκε στην κεφαλή μου. Τα Πάθη του Χριστού στη Μάρπησσα.
Πάσχα 2012